Τρίτη 24 Δεκεμβρίου 2019

Ανθίζει καταχείμωνο*

Σε όλα τα μικρά κορίτσια και αγόρια που μεγάλωσαν αλλά καταφέρνουν να είναι παρούσες και παρόντες στις στιγμές.

Καλοκαίρι, στην κατασκήνωση. Μπαίνει στην σκηνή που θα μείνει μαζί με κορίτσια που δεν γνωρίζει. Τρία από αυτά έχουν κάνει κλίκα και την σχολιάζουν. Κάθεται στο μοναδικό ράντζο που έχει μείνει άστρωτο. Τα κορίτσια συνεχίζουν να ψιθυρίζουν  και να χασκογελούν. Κουνάει αμήχανα τα πόδια της πίσω-μπρος ώσπου της φεύγει η σαγιονάρα και πέφτει ανάποδα στο τσιμεντένιο πάτωμα. Ένα από τα κορίτσια πηγαίνει κοντά της και της λέει: "Αν η σαγιονάρα σου πέσει ανάποδα θα πεθάνει κάποιος αγαπημένος σου". Μαζεύει γρήγορα την σαγιονάρα και την γυρίζει από την καλή.

Χειμώνας, έχει μεγαλώσει πια. Προσπαθώντας να συμμαζέψει τα παπούτσια της, ξεφεύγει μια παντόφλα και της πέφτει ανάποδα. Η φράση του κοριτσιού από την κατασκήνωση, αν και δεν θυμάται καθόλου την μορφή της, έχει μείνει χαραγμένη στο μυαλό. Τρέχει γρήγορα να την γυρίσει από την καλή.

Γιορτινές μέρες, ακούει παραδοσιακούς ρυθμούς και μελωδίες. Συγκινείται με κάθε νότα. Το βράδυ είδε στον ύπνο της την γιαγιά της. Πώς μοιάζουν οι γιορτές χωρίς αγαπημένα πρόσωπα της παιδικής της ηλικίας; Σαν η μαγεία των γιορτών να εξατμίζεται στιγμές-στιγμές κι ύστερα πάλι στιγμιαία να έρχεται με νέα πρόσωπα της ενηλικίωσης και με παιδικά χαμόγελα, μέσα από οθόνες -και όταν γίνεται ένα θαύμα μικρό που μοιάζει τόσο μεγάλο- από κοντά.

Ο τίτλος είναι παρμένος από το τραγούδι του Θανάση Παπακωνσταντίνου "Παλιά πληγή". 

Πέμπτη 4 Ιουλίου 2019

15 χρόνια μετά: "Η Αιώνια Λιακάδα ενός Καθαρού Μυαλού" (2004)

Ο Τζόελ (Jim Carrey) ξυπνάει στο γεμάτο αντηλιά- πολύ πριν γίνει μόδα η κινηματογράφηση κόντρα στον ήλιο- μπλε σύμπαν του Michel Gondry και του σεναριογράφου Charlie Kaufman και νιώθεις ότι κάτι πολύ σημαντικό συμβαίνει μέσα σου ήδη. Αυτός κάνει κοπάνα από την δουλειά και βρίσκεται στην χειμωνιάτικη παραλία του Monteauk χωρίς να ξέρει ακριβώς το γιατί κι εσύ έχεις μια ακαταμάχητη επιθυμία να τον ακολουθήσεις. Στο τρίτο λεπτό συναντάει την πολύχρωμη Κλέμενταϊν (Kate Winslet) και η γνωστή ιστορία boy meets girl αρχίζει να παίζει σαν λούπα στο μυαλό σου. 

Μετά την γνωριμία τους, τις όμορφες στιγμές τους, τα γέλια τους και τους καυγάδες τους, επέρχεται ο χωρισμός τους, όπου και οι δύο καταφεύγουν στους Ειδικούς Σβησίματος Αναμνήσεων. Η Κλέμενταϊν το επιχειρεί πρώτη και ο Τζόελ ακολουθεί. 

Την στιγμή που o Τζόελ θα τηλεφωνήσει στην Κλέμενταϊν από το σταθερό του τηλέφωνο, αναπολείς τις στιγμές χωρίς κινητό και πάσης φύσης κοινωνικά δίκτυα, που όλα έμοιαζαν πιο ουσιαστικά στην ανθρώπινη επικοινωνία . Από την άλλη,  την στιγμή που θα δεις τον Τζόελ να πετάει κλαίγοντας την κασέτα με ηχογραφημένο τον "ύμνο" της ταινίας τραγουδημένο από τον Beck "Everybody's Got to Learn Sometime", νιώθεις τυχερή που έζησες την εποχή της κασέτας αλλά και προβληματισμένη για το δράμα του κεντρικού ήρωα που ελάχιστα γνωρίζεις. 

Οι τίτλοι αρχής μόλις έχουν πέσει και το μόνο σίγουρο είναι ότι βλέπεις τελείως διαφορετικά την ίδια ακριβώς ταινία 15 χρόνια μετά. Οι αγαπημένες ταινίες χωρίζονται σε δύο κατηγορίες: σε αυτές που τις βλέπεις και τις ξαναβλέπεις μέσα στα χρόνια ως ένα είδος λατρείας και σε αυτές που τις έχεις δει μια φορά, τις έχεις τοποθετήσει "πολύ ψηλά" και όταν μετά από καιρό τις ξαναβλέπεις, τις απομυθοποιείς. Η Αιώνια Λιακάδα ενός καθαρού μυαλού βρίσκεται κάπου ανάμεσα: την είχα δει κάποτε, την τοποθέτησα στις αγαπημένες μου, χωρίς ωστόσο να γράψω κάποιο κείμενο τότε και δεν την ξαναείδα μέχρι χθες που κατέληξα σε κάποια συμπεράσματα. 

Αυτό που δεν ξεθωριάζει είναι η κινηματογραφική συνέπεια του Carrey εκφραστικά και υποκριτικά. Αντιθέτως, η Winslet σε κάποιες σκηνές είναι αρκετά στυλιζαρισμένη και περιποιημένη απ'  όσο μπορεί να δικαιολογήσει ο μποέμ  κινηματογραφικός της χαρακτήρας

Από το συνολικά πρωτότυπο σενάριο που κέρδισε επάξια το Όσκαρ, καταγράφω κάποιες εξαιρετικής γραφής σκηνές σε συνδυασμό με την φανταστική, κυριολεκτικά και μεταφορικά, σκηνοθεσία:
  • το σβήσιμο των φώτων στην βιβλιοθήκη καθώς αποχωρεί ο Τζόελ μετά την συνάντησή του με την Κλέμενταϊν, η οποία δεν τον θυμάται
  • ο μονόλογος της Κλέμενταϊν πάνω στον μισοκοιμισμένο Τζόελ
  • η σκηνή στην παγωμένη λίμνη όπου ο Τζόελ αναφωνεί "Είμαι ακριβώς εκεί που θέλω να είμαι" λίγο πριν συνειδητοποιήσει ότι θέλει ν' ακυρώσει την διαδικασία σβησίματος αναμνήσεων με την Κλέμενταϊν
  • το κυνηγητό των πρωταγωνιστών για να μην σβηστούν από την μνήμη τους
  • το κρεβάτι στην χιονισμένη παραλία
  • ο μικρός Τζόελ ντυμένος σούπερμαν και η μικρή Κλέμενταϊν φεύγουν χέρι-χέρι για ν΄αποφύγουν το bullying των άλλων παιδιών
  • η απαγγελία των στίχων του Alexander Pope από το ποίημα "Eloisa to Abelard" από την Kisten Dunst "How happy is the blameless vestal’s lot! The world forgetting, by the world forgot. Eternal sunshine of the spotless mind! Each pray’r accepted, and each wish resign’d”
  • η παράκληση της Κλέμενταϊν στον Τζόελ: "Να με θυμάσαι" 
  • καθώς και η τελευταία σκηνή που τελειώνει με ΟΚ και με μια βόλτα στο χιόνι
Από την άλλη, οι σκηνές στο ιατρείο και η όλη προετοιμασία σβησίματος των αναμνήσεων σε κάνουν ν' αναρωτιέσαι πώς θα φαίνονται αυτές οι σκηνές σε 30 χρόνια από τώρα, αν ήδη μοιάζουν 15 χρόνια μετά την πρώτη προβολή της ταινίας "αταίριαστες" στο κατά τ' άλλα άψογο εικαστικά περιβάλλον της ταινίας. Ίσως αυτές οι σκηνές να είναι η μοναδική παραφωνία της ταινίας και τελικά, 15 χρόνια μετά, η λιακάδα της να παραμένει, "στο άπειρο και ακόμα παραπέρα"! 

Γιατί, όπως και ο ποιητής Τάσος Λειβαδίτης είχε γράψει:
Κι ίσως όταν ξαναϊδωθούμε να μην ξέρει πια καθόλου ο ένας τον άλλον. Έτσι που επιτέλους να μπορέσουμε να γνωριστούμε.


Πέμπτη 3 Ιανουαρίου 2019

Μικρού Μήκους Ιστορία: Πρώτη ή Δεύτερη μέρα Χριστουγέννων

Περπατούσα γρήγορα. Η διαδρομή που ακολουθούσα μου ήταν οικεία παρόλο που είχα να την κάνω χρόνια. Στην πορεία μου θύμισε έναν άλλο μου εαυτό: πιο θρασύ και αναμφισβήτητα πιο νέο. Αντίθετα  μ' εμένα, η πόλη που είχα σπουδάσει δεν είχε αλλάξει καθόλου. Παραδόξως ευελπιστούσα το ίδιο και για εκείνη. Ήταν ένας μακρινός φάρος για μένα μέσα στα χρόνια. Ποτέ δεν είχαμε προσδιορίσει την σχέση μας. Δεν είχε χρειαστεί. Ένιωθα σιγουριά δίπλα της κι αυτή ηρεμία. Κάθε φορά με περίμενε στο κατώφλι της πόρτας αγκαλιάζοντάς με στιγμιαία. Ύστερα μου έδινε στα χέρια ένα ζεστό τσάι, αφού πάντα γνώριζε τον ερχομό μου.
Ήταν η πρώτη φορά που πήγαινα απρόσκλητος. Επιτάχυνα κι άλλο το βήμα μου γιατί είχε αρχίσει να με τρυπάει η υγρασία της πόλης. Ήταν νωρίς το απόγευμα της πρώτης ή της δεύτερης μέρας των Χριστουγέννων. Δεν μπορώ να θυμηθώ. Θυμάμαι τον κόσμο που είχε βγει για την βόλτα του. Δεν κοίταζα πρόσωπα, μόνο αποσπασματικά σκούρα παλτό και χέρια με γάντια και πακέτα διαφόρων ειδών. Ανέβηκα την ανηφόρα προς την πλατεία και στερέωσα το καπέλο μου καλύτερα στο κεφάλι μου,  ο ψυχρός αέρας με περόνιαζε. Ύστερα πήρα την οδό που στο τέλος της βρισκόταν το σπίτι της. Παλιά μονοκατοικία ξεφτισμένη κι αυτή από τον χρόνο. Μια γάτα μπλέχτηκε στα πόδια μου. Της έδωσα ελάχιστη σημασία που γι' αυτήν ήταν αρκετή ώστε να με ακολουθήσει. 
Η διαδρομή μου φάνηκε μακρόσυρτη στην τελική της ευθεία. Κοίταξα το σπίτι από μακριά. Τα παράθυρα κλειστά. Προς στιγμήν σκέφτηκα ότι ίσως έλειπε. Και μόνο στην ιδέα ανακατεύτηκα. Άθελά μου το βήμα μου άρχισε να γίνεται πιο βαρύ. Σταμάτησα. Η γάτα στάθηκε ακίνητη στο πλάι μου. Με χώριζαν μόλις δέκα βήματα από την πόρτα. 
Πήρα μια βαθιά ανάσα και περπάτησα μέχρι εκεί. Η γάτα έμεινε να με κοιτάζει από απόσταση πια. Χτύπησα την τζαμένια πόρτα τρεις φορές. Περίμενα λίγο. Ησυχία. Ξαναχτύπησα στο ίδιο ρυθμό. Η πόρτα άνοιξε. Εμφανίστηκε μπροστά μου, μου χαμογέλασε. Μόνο τα μαλλιά της είχαν αλλάξει, το χρώμα τους. "Καλώς τον" μου είπε, σαν να είχε να με δει μόλις λίγες μέρες. "Τι κάνεις;", ήταν το μόνο που κατάφερα να πω. "Ζεσταίνω τσάι.", είπε και με αγκάλιασε τραβώντας με μέσα .  Έκλεισε την πόρτα με το πόδι της χωρίς να με αφήσει από την αγκαλιά της. Ήταν η πιο μεγάλη αγκαλιά που μου έκανε ποτέ.