στην Αθηνά
Ανοίγει τα μάτια. Πρωινό Σαββάτου. Σε ποια πόλη; Το πρώτο Σαββατοκύριακο στη νέα της πόλη. Έπρεπε να περάσουν δυο μήνες για να μείνει. Εργάζεται εδώ αλλά τις προηγούμενες Παρασκευές υπήρχε πάντα ένας λόγος –σοβαρός ή λιγότερο σημαντικός- για να φύγει και να επιστρέψει την Δευτέρα κατευθείαν για την δουλειά. Χθες όμως το λεωφορείο αναχώρησε χωρίς εκείνη.
Κοιτάζει τα χαμηλά σπίτια και τις πολυκατοικίες από το παράθυρο. Από το νέο της παράθυρο που της δείχνει ένα άλλο κόσμο, μία άλλη πόλη. Η πόλη αυτή σφύζει από ζωή όλες τις ώρες, κάτι που είχε προσέξει από την πρώτη στιγμή που ήρθε. Όμορφη αίσθηση να περπατάει με κόσμο που δεν γνωρίζει, αλλά να νιώθει την ζεστασιά του. Τελικά μια πόλη την κάνουν οι άνθρωποι. Οι άνθρωποι που την περιμένουν, οι άνθρωποι που την αποχαιρετούν. Οι άνθρωποι που ζουν και εργάζονται σε αυτή την πόλη που δεν είχε έρθει ποτέ της πριν.
Όταν ήταν μικρή της φαινόταν περίεργο “να υπάρχει ζωή και σε άλλες πόλεις”, αφού την δική της πόλη την αισθανόταν ως το κέντρο του κόσμου. Αναρωτιόταν τι μπορεί να κάνουν οι κάτοικοι των άλλων πόλεων που δεν ζουν στην δική της πόλη. Και όταν άρχισε να ταξιδεύει και να ζει για μικρά διαστήματα και αλλού συνειδητοποίησε ότι μπαίνεις στον ρυθμό κάθε πόλης και κάποιες φορές ξεχνάς την αφετηρία σου. Αρχίζεις να ανήκεις στην πόλη που διασχίζεις.
Θυμάται την φίλη της από τα φοιτητικά χρόνια, που έφευγε κάθε Παρασκευή για το νησί της. Πόσες φορές προσπαθούσε να την πείσει να μείνει ώστε να μπορέσουν να ευχαριστηθούν η μία την συντροφιά της άλλης, χωρίς μαθήματα, χωρίς εξεταστικές. Και να που τώρα είναι αυτή ανάμεσα σε δυο πόλεις και όταν πλησιάζει το τέλος της εβδομάδας αμφιταλαντεύεται στην πόλη που γεννήθηκε και στην πόλη που βρέθηκε ξαφνικά. Σε κάθε βόλτα της έχει αρχίσει να συναντάει γνωστούς και εν δυνάμει νέους φίλους που πολλές φορές νιώθει ότι είναι χρόνια εδώ. Μέρα με την μέρα αρχίζει να ανήκει σε αυτή την πόλη.
Κι όταν φεύγει για λίγο μακριά, υπάρχουν στιγμές που σκέφτεται το νέο της σπίτι. Αυτό που δεν έχει ακόμα κουρτίνες, ούτε τις αφίσες της, αλλά έχει κάτι από αυτήν. Έχει ένα δέντρο έξω από το παράθυρο ανάμεσα στους γκρίζους τοίχους. Έχει την μουσική που αγαπά. Έχει μυρωδιά τσαγιού και κανέλας. Έχει μοβ και ροζ και πορτοκαλί και μπλε και κίτρινο. Έχει μια καφετιέρα που δεν έχει φτιάξει ποτέ της γαλλικό ακόμη. Περιμένει την φίλη από την σχολή για να της φτιάξει καφέ και να πούνε όσα δεν έχον πει στην Πάτρα, στην Αθήνα, στην Επίδαυρο, στην Ζάκυνθο. Γιατί αυτά που θα πουν πρέπει να ειπωθούν σε αυτή την πόλη.
Περιμένει τον αδελφό της που έχουν μέρες να μιλήσουν και μήνες να δει, να τον ξεναγήσει με το ποδήλατο και να τον πάει να δει τα ομορφότερα μέρη. Περιμένει να φιλοξενήσει κάθε φίλο και κάθε φίλη που έχει χάσει λόγω της καθημερινότητας.
Περιμένει να συναντήσει τον εαυτό στην αντανάκλαση του παραθύρου και να του χαμογελάσει. Την περιμένουν ακόμα πολλές πόλεις. Όμως το Σαββατοκύριακο αυτό θα διαρκέσει μέχρι τον Ιούνιο. Και σκοπεύει να το ζήσει ώσπου ν΄ αρχίσουν να την κοιτάνε τα σπίτια αυτής της πόλης.
*O τίτλος είναι παρμένος από το τραγούδι των Ξύλινων Σπαθιών "Κοιτάζω τα σπίτια".
*O τίτλος είναι παρμένος από το τραγούδι των Ξύλινων Σπαθιών "Κοιτάζω τα σπίτια".